lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διευρύνω στα νορβηγικά

Λέξη:
διευρύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (7):
bredda, utvide, øka, spile, utbre, utvida, ekspandere
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά διευρύνω, διεύρυνση βικιλεξικο, διευρύνω συνώνυμο, διευρύνω στα αγγλικά, διευρύνω μεταφραση, διευρύνω λεξικο, διευρύνω στα νορβηγικά, bredda στα ελληνικά
διευρύνω στα νορβηγικά