lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελαττωματικός στα νορβηγικά

Λέξη:
ελαττωματικός (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (12):
bakvendt, defekt, falsk, feil, feilaktig, forkjært, invalid, mangelfull, urett, uriktig, usann, vanfør
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ελαττωματικός, ελαττωματικόσ κάδοσ bucket, ελαττωματικός στα αγγλικά, ελαττωματικός κάδος, ελαττωματικός στα νορβηγικά, bakvendt στα ελληνικά
ελαττωματικός στα νορβηγικά