lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατάλυμα στα νορβηγικά

Λέξη:
κατάλυμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (23):
bo, bolig, bols, boning, bopel, bosted, fald, flat, hem, hjem, hus, innkvartering, klangløs, kvarter, leilighet, logi, losji, nattelosji, nattlogi, oppsi, pensjon, platt, våning
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά κατάλυμα, κατάλυμμα ασημακοπουλοσ, κατάλυμα συνώνυμα, κατάλυμα σημασία, κατάλυμα ορισμόσ, κατάλυμα μετάφραση, κατάλυμα στα νορβηγικά, bo στα ελληνικά
κατάλυμα στα νορβηγικά