lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατσαβίδι στα νορβηγικά

Λέξη:
κατσαβίδι (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (3):
skrujern, skrunøkkel, skrutrekker
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά κατσαβίδι, κατσαβίδι μπαταρίας, κατσαβίδι καστάνια, κατσαβίδι επαναφορτιζόμενο λιθίου, κατσαβίδι επαναφορτιζόμενο, κατσαβίδι γυψοσανίδασ, κατσαβίδι στα νορβηγικά, skrujern στα ελληνικά
κατσαβίδι στα νορβηγικά