lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κόβω στα νορβηγικά

Λέξη:
κόβω (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (21):
avklippa, avsperre, felle, flenge, hakke, hogge, hugga, karve, klippa, klippe, klipping, korsa, korse, oste, sage, skille, skjære, slipe, snitt, snitte, størkne
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά κόβω, κόβω φλέβες - λευτερης πανταζής στιχοι, κόβω φλέβες - λευτερης πανταζής, κόβω φλέβες, κόβω τούφες, κόβω το τσιγάρο, κόβω στα νορβηγικά, avklippa στα ελληνικά
κόβω στα νορβηγικά