lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όφελος στα νορβηγικά

Λέξη:
όφελος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (21):
avanse, benytte, bruke, fordel, forrett, fortjeneste, fortrinn, gagn, gevinst, gode, nytta, nytte, prerogativ, privilegium, profitt, rettighet, utbyte, utbytte, velgjerning, vinning, vinst
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά όφελος, όφελος όφελος, όφελος ωφελώ, όφελος συνώνυμα, όφελος κλίση, όφελος και όφελος, όφελος στα νορβηγικά, avanse στα ελληνικά
όφελος στα νορβηγικά