lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: οδηγία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
directive, guideline, statement
οδηγία
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
direktiva, směrnice
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anweisung, assemblerdirektive, direktive, richtlinie, richtschnur, vorgabe, weisung
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
anvisning, direktiv
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
directiva, directriz
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
directive, gouverne, jalon
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
anvisning, direktiv
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
директива, трассировочная
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
anvisning
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
директива
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
дырэктыва
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ohje
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
célkitűzés, irányelv
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
directiva, directriz
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вести, вказівка, водити, директива, керувати, керівництво, навчання, наказ, повести, привести, призвести, призводити, провести, проводити, розпорядження, свинець, свинцева, свинцевий, спрямовувати, спрямувати, інструкція
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
dyrektywa, wytyczna

Σχετικές λέξεις

οδηγία 2004/18/εκ, οδηγία 2004/17/εκ, οδηγία 2000/60, οδηγία 85/148/εοκ, οδηγία 92/43/εοκ, οδηγία 2008/98/εκ, οδηγία 95/46/εκ, οδηγία 2005/36/εκ, οδηγία 2009/28/εκ, οδηγία 2013/36/εε