lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αναταραχή στα ουγγρική

Λέξη:
αναταραχή (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
felizgatás, felizgatottság, izgalom, megmozdulás
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική αναταραχή, αναταραχή φύλου, αναταραχή συνώνυμο, αναταραχή στις τράπεζες – καταθέτες τραβάνε χρήματα, αναταραχή αγγλικά, αναταραχή στα ουγγρική, felizgatás στα ελληνικά
αναταραχή στα ουγγρική