lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βία στα ουγγρική

Λέξη:
βία (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (15):
bírni, energia, erő, erőszak, hatalom, hatvány, indulatosság, kényszer, képesnek, lenni, repce, teljesítmény, tud, tudni, zabolátlanság
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική βία, βία στα ουγγρική, bírni στα ελληνικά
βία στα ουγγρική