βρύο στα αγγλικά βρύο στα τσεχική βρύο στα γερμανικά βρύο στα δανική βρύο στα ισπανικά βρύο στα γαλλικά βρύο στα ιταλικά βρύο στα νορβηγικά βρύο στα ρωσικά βρύο στα σουηδικά βρύο στα εσθονική βρύο στα φινλανδικά βρύο στα πορτογαλικά βρύο στα σλοβακική βρύο στα πολωνική
εφαρμόζω στα τσεχική ώρα στα λευκορωσίας τυφλός στα ουγγρική γυαλί στα ιταλικά κατορθώνω στα λευκορωσίας
γυαλί τεχνολογία διάβρωση και συντήρηση εφαρμόζω βικιλεξικο τυφλός τα τ'ωτα τον τε νουν τα τ ́όμματ ́ει ώρα ελλάδος κατευθύνω ετυμολογία