lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δανείζω στα ουγγρική

Λέξη:
δανείζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική δανείζω, ονειροκρίτης δανείζω, εγώ δανείζω, δανείζω χρήματα, δανείζω συνώνυμο, δανείζω ρήμα, δανείζω στα ουγγρική, kölcsön στα ελληνικά
δανείζω στα ουγγρική