lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάβρωση στα ουγγρική

Λέξη:
διάβρωση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική διάβρωση, διαβρωση εδάφους, διάτρηση στομάχου, διάβρωση του εδάφους, διάβρωση συνώνυμο, διάβρωση πετρωμάτων, διάβρωση στα ουγγρική, erózió στα ελληνικά
διάβρωση στα ουγγρική