lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιδεξιότητα στα ουγγρική

Λέξη:
επιδεξιότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (11):
agilitás, fürgeség, gyakorlottság, gyakorlás, hathatósság, hatásfok, ipar, ismeret, termelékenység, tudás, ügyesség
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική επιδεξιότητα, επιδεξιότητα συνώνυμα, επιδεξιότητα ορισμός, επιδεξιότητα με τουσ ανθρώπουσ, επιδεξιότητα με το ποντίκι, επιδεξιότητα στα ουγγρική, agilitás στα ελληνικά
επιδεξιότητα στα ουγγρική