lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κεντρικός στα ουγγρική

Λέξη:
κεντρικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
központi, fő, kéménytoldat, legfőbb, remek, közép, középső
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική κεντρικός, κεντρικός φλεβικός καθετήρας, κεντρικός υποθυρεοειδισμός, κεντρικός τομέας αθηνών, κεντρικός σύνδεσμος θύρα 13, κεντρικός στίβος εγκαταστάσεων ε.α.κ.ν. αγ. κοσμά, κεντρικός στα ουγγρική, központi στα ελληνικά
κεντρικός στα ουγγρική