lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κοινός στα ουγγρική

Λέξη:
κοινός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (14):
hétköznapi, közhely, köznapi, közös, lapos, mindennapi, mindennapos, napi, rendes, szociális, társadalmi, társas, társasági, vulgáris
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική κοινός, κοινός τόπος ψυχιατρικής νευροεπιστημών & επιστημών του ανθρώπου, κοινός τόπος νάουσα, κοινός τόπος facebook, κοινός τόπος, κοινός παρονομαστής master tempo stixoi, κοινός στα ουγγρική, hétköznapi στα ελληνικά
κοινός στα ουγγρική