lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κονσέρβα στα ουγγρική

Λέξη:
κονσέρβα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (5):
ón, bádogkanna, doboz, persely, szelence
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική κονσέρβα, κονσέρβα τόνου, κονσέρβα τόνος θερμίδες, κονσέρβα σολομού, κονσέρβα σαντιγύ, κονσέρβα ροδάκινο, κονσέρβα στα ουγγρική, ón στα ελληνικά
κονσέρβα στα ουγγρική