lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παραλλαγή στα ουγγρική

Λέξη:
παραλλαγή (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (10):
helycsere, igeragozás, műszak, pénzváltás, variáció, váltakozás, változat, változtatás, változás, átirányítás
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική παραλλαγή, παραλλαγή χιονιού, παραλλαγή φλώρινα, παραλλαγή και μέλος, παραλλαγή ιεραποστολικής στάσης, παραλλαγή ερήμου, παραλλαγή στα ουγγρική, helycsere στα ελληνικά
παραλλαγή στα ουγγρική