lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πολλοί στα ουγγρική

Λέξη:
πολλοί (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
nagyon, sok, sokszámos
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική πολλοί, πολλοί φτιάχνουν ένα ψέμα για να σωθούν, πολλοί πολυμαθέες νόον ουκ έχουσιν, πολλοί νεκροί για μια κηδεία, πολλοί λατρεύουνε την τάξη, πολλοί λένε ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, πολλοί στα ουγγρική, nagyon στα ελληνικά
πολλοί στα ουγγρική