lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σταθμός στα ουγγρική

Λέξη:
σταθμός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (10):
őrhely, őrség, állomás, megállóhely, pályaudvar, állás, álláspont, beosztás, elhelyezkedés, helyzet
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική σταθμός, σταθμός της μάσας, σταθμός σκα, σταθμός πελοποννήσου, σταθμός λιοσίων, σταθμός λαρίσης δρομολόγια, σταθμός στα ουγγρική, őrhely στα ελληνικά
σταθμός στα ουγγρική