lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χτύπημα στα ουγγρική

Λέξη:
χτύπημα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (10):
csapás, fújás, fúvás, ütközés, alaprajz, dobás, vetület, lebegés, löket, találat
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική χτύπημα, χτύπημα σόντερς, χτύπημα στο πόδι, χτύπημα στο πλευρό, χτύπημα στο πίσω μέρος του κεφαλιού, χτύπημα στο νύχι, χτύπημα στα ουγγρική, csapás στα ελληνικά
χτύπημα στα ουγγρική