lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άλογο στα ουκρανικά

Λέξη:
άλογο (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (7):
зарубка, кінь, коняка, коняку, мешканець, ріг, фехтувальник
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά άλογο, αλογο του τορίνο, άλογο τιμή, άλογο ονειροκρίτης, άλογο κινέζικο ωροσκόπιο, άλογο ιππασίας, άλογο στα ουκρανικά, зарубка στα ελληνικά
άλογο στα ουκρανικά