lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αιχμάλωτος στα ουκρανικά

Λέξη:
αιχμάλωτος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αιχμάλωτος, αιχμάλωτοσ των μαθηματικών, αιχμάλωτοσ τησ ερήμου, αιχμάλωτος των τούρκων, αιχμάλωτος του σχολείου, αιχμάλωτος του ουρανού, αιχμάλωτος στα ουκρανικά, полонений στα ελληνικά
αιχμάλωτος στα ουκρανικά