lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακοή στα ουκρανικά

Λέξη:
ακοή (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (12):
вухо, вушко, вітер, допит, завести, заводити, запитання, заслуховування, прослухування, слух, слухання, шепіт
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ακοή, ακοή σκύλου, ακοή νεογέννητου, ακοή μωρού, ακοή και ψυχολογία, ακοή και ομιλία, ακοή στα ουκρανικά, вухо στα ελληνικά
ακοή στα ουκρανικά