lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αλαζονικός στα ουκρανικά

Λέξη:
αλαζονικός (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (15):
безрозсудний, відважний, відчайдушний, грубий, жвавий, завзятий, зухвалий, крихкий, недоречний, необачливий, необачний, нерозважливий, нерозважний, нерозсудливий, сміливий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αλαζονικός, αλαζονικόσ σαν, αλαζονικόσ και καχύποπτοσ, αλαζονικός συνώνυμα, αλαζονικός σημαινει, αλαζονικός λεξικο, αλαζονικός στα ουκρανικά, безрозсудний στα ελληνικά
αλαζονικός στα ουκρανικά