lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανεξαρτησία στα ουκρανικά

Λέξη:
ανεξαρτησία (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
відділення, воля, загін, незалежність, самостійність, свобода
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ανεξαρτησία, ανεξαρτησία της σκωτίας, ανεξαρτησία της κύπρου, ανεξαρτησία της κρήτης, ανεξαρτησία συνώνυμα, ανεξαρτησία σκωτίας, ανεξαρτησία στα ουκρανικά, відділення στα ελληνικά
ανεξαρτησία στα ουκρανικά