lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απότομος στα ουκρανικά

Λέξη:
απότομος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (20):
брутальний, важкий, грубий, жорсткий, жорстокий, зернистий, кудлатий, масивний, мозолястий, міцний, нерівний, розірваний, різкий, суворий, терпкий, тяжкий, шерехатий, шершавий, шорсткий, шорсткуватий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά απότομος, απότομος συνώνυμο, απότομος συνώνυμα, απότομος πονοκέφαλος, απότομος μετάφραση, απότομος ελιγμός αναστάτωσε τους επιβάτες του «festos palace», απότομος στα ουκρανικά, брутальний στα ελληνικά
απότομος στα ουκρανικά