lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απώλεια στα ουκρανικά

Λέξη:
απώλεια (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (24):
вилом, втрата, гибель, жалоба, жалобу, загибель, збиток, катастрофа, падіння, пані, позбавлення, пошкодження, прогалина, прокляття, пролом, промах, промахнутися, проміжок, пропускати, пропустити, смерть, траур, утрата, щілина
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά απώλεια, απώλεια ταυτότητας, απώλεια παιδιού, απώλεια μνήμης, απώλεια λίπους, απώλεια κιλών, απώλεια στα ουκρανικά, вилом στα ελληνικά
απώλεια στα ουκρανικά