lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αρκούδα στα ουκρανικά

Λέξη:
αρκούδα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (10):
ведмідь, витримати, витримувати, нести, носити, перенести, переносити, родити, спекулянт, уродити
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αρκούδα, αρκούδα όνειρο, αρκούδα των σπηλαίων, αρκούδα πολική, αρκούδα πάντα, αρκούδα ονειροκρίτης, αρκούδα στα ουκρανικά, ведмідь στα ελληνικά
αρκούδα στα ουκρανικά