lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυλή στα ουκρανικά

Λέξη:
αυλή (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (26):
адвокатура, бар, брусок, буфет, випробовування, випробування, дворище, двір, заборонити, забороняти, закон, зливок, кенгуру, корт, плитка, право, сад, смуга, спробний, суд, судочинство, трибунал, форум, чотирикутник, ярд, іспит
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αυλή, αυλή ψυρρή, αυλή των θαυμάτων, αυλή του κούβελου, αυλή του αντώνη, αυλή ρέθυμνο, αυλή στα ουκρανικά, адвокатура στα ελληνικά
αυλή στα ουκρανικά