lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυτόματο στα ουκρανικά

Λέξη:
αυτόματο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (6):
автомат, робот, автоматична, автоматичне, автоматичний, механічний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αυτόματο, αυτόματο σύστημα συλλογής κομίστρου, αυτόματο σύστημα πυρανίχνευσης, αυτόματο πότισμα για γλάστρες, αυτόματο πότισμα, αυτόματο μηχάνημα αυτοκόλλητων ετικετών τιμών, αυτόματο στα ουκρανικά, автомат στα ελληνικά
αυτόματο στα ουκρανικά