lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αψίδα στα ουκρανικά

Λέξη:
αψίδα (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (22):
арка, бант, вигинати, вигнути, висиджувати, висидіти, вклонитися, вікно, вістря, дуга, квадрант, кланятися, край, лаз, лезо, лук, люк, мерлуза, склепіння, схилятися, уклонитися, уклін
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αψίδα, αψίδα του τίτου, αψίδα του μέγα κωνσταντίνου, αψίδα του θριάμβου, αψίδα του αδριανού, αψίδα θριάμβου, αψίδα στα ουκρανικά, арка στα ελληνικά
αψίδα στα ουκρανικά