lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βρώμικος στα ουκρανικά

Λέξη:
βρώμικος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (27):
антисанітарний, багнистий, бридкий, брудний, відворотний, гидкий, забризканий, загрозливий, задушливий, замурзаний, занедбаний, кепський, коростявий, мерзотний, мокрий, неохайний, непристойний, неприємний, нечесаний, огидливий, огидний, погрозливий, потворний, руйнується, свинський, слабкий, убогий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά βρώμικος, βρώμικος συνώνυμα, βρώμικος νότος - τι σε φοβίζει στίχοι, βρώμικος νότος - στη ζώνη του λυκόφωτος, βρώμικος νότος - μ'ένα αντίο στίχοι, βρώμικος νότος - μ'ένα αντίο lyrics, βρώμικος στα ουκρανικά, антисанітарний στα ελληνικά
βρώμικος στα ουκρανικά