lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βότσαλο στα ουκρανικά

Λέξη:
βότσαλο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά βότσαλο, βότσαλο σπέτσες, βότσαλο ποταμίσιο, βότσαλο πλάι στον αφρό, βότσαλο λευκό, βότσαλο κήπου, βότσαλο στα ουκρανικά, галька στα ελληνικά
βότσαλο στα ουκρανικά