lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γκρεμός στα ουκρανικά

Λέξη:
γκρεμός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (27):
бескид, вир, втратити, втратьте, втрачати, глибина, гойдати, гойдатися, губити, загубити, змарнувати, каміння, камінь, коливати, коливатися, колисати, колихати, колихатися, круча, марнувати, порода, провалля, пропасти, прірва, прірву, скеля, стрімчак
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά γκρεμός, δημοσιονομικός γκρεμός, γκρεμός όνειρο, γκρεμός χατζιδάκις, γκρεμός συνώνυμα, γκρεμός στα αγγλικά, γκρεμός στα ουκρανικά, бескид στα ελληνικά
γκρεμός στα ουκρανικά