lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γνωρίζω στα ουκρανικά

Λέξη:
γνωρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (17):
бачити, вміти, гідність, дивитися, дивіться, достоїнство, змогти, знати, знатність, знать, зрозумійте, зрозуміти, могти, побачити, пізнавати, уміти, якість
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά γνωρίζω, γνωρίζω τους αριθμούς ως το 200.000, γνωρίζω το σώμα μου στο νηπιαγωγείο, γνωρίζω το σώμα μου, γνωρίζω το μαγικό κόσμο του θεάτρου και του κινηματογράφου, γνωρίζω το διαδίκτυο, γνωρίζω στα ουκρανικά, бачити στα ελληνικά
γνωρίζω στα ουκρανικά