lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διήθηση στα ουκρανικά

Λέξη:
διήθηση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά διήθηση, διήθηση υπό κενό, διήθηση του νερού, διήθηση πνευμονα, διήθηση ορισμός, διήθηση νερού, διήθηση στα ουκρανικά, фільтрація στα ελληνικά
διήθηση στα ουκρανικά