lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελπίζω στα ουκρανικά

Λέξη:
ελπίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (26):
вважати, гадати, дожидати, думайте, думати, затримати, затримувати, захопити, захоплювати, мислити, міркувати, надіятися, обміркувати, очікувати, очікуйте, передбачати, передбачити, передбачте, передчувати, побоюватися, подумати, поміркувати, сподіватися, усвідомте, чекайте, чекати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ελπίζω, ελπίζω ότι όσοι εξ υμών συμμετάσχουν εισ την κυβέρνησιν, ελπίζω συνώνυμα, ελπίζω στίχοι, ελπίζω να είστε καλά, ελπίζω να είσαι καλά, ελπίζω στα ουκρανικά, вважати στα ελληνικά
ελπίζω στα ουκρανικά