lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενδυμασία στα ουκρανικά

Λέξη:
ενδυμασία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (15):
ансамбль, замовлення, зовнішність, костюм, наказ, наряд, наряд-замовлення, одяг, ордер, ордерний, туалет, туалетний, убрання, фіга, інжир
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ενδυμασία, ενδυμασία τσιγγάνων, ενδυμασία συνώνυμα, ενδυμασία μόδα, ενδυμασία βυζαντινών, ενδυμασία αρχαίων ελλήνων, ενδυμασία στα ουκρανικά, ансамбль στα ελληνικά
ενδυμασία στα ουκρανικά