lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευτυχισμένος στα ουκρανικά

Λέξη:
ευτυχισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (17):
барвистий, благословенний, вдалий, веселий, пальмовий, пощастити, радісний, радіти, рожевий, розважений, смішний, сонячний, строкатий, успішний, щасливий, щастити, яскравий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ευτυχισμένος, ευτυχισμένος συνώνυμα, ευτυχισμένος πρίγκιπας όσκαρ ουάιλντ, ευτυχισμένος πρίγκιπας, ευτυχισμένος που έκανε το ταξίδι του οδυσσέα, ευτυχισμένος ο νέος χρόνος, ευτυχισμένος στα ουκρανικά, барвистий στα ελληνικά
ευτυχισμένος στα ουκρανικά