lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εύθραυστος στα ουκρανικά

Λέξη:
εύθραυστος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (10):
витончений, вишуканий, гофрувати, делікатний, крихкий, ламкий, ніжний, пропозиція, слабкий, тендітний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά εύθραυστος, εύθραυστος στα ουκρανικά, витончений στα ελληνικά
εύθραυστος στα ουκρανικά