lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ζευγάρι στα ουκρανικά

Λέξη:
ζευγάρι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (15):
двійка, змагання, матч, пар, пара, пари, пару, пасувати, пі-ара, підвіска, рівня, співробітник, сірник, тет-а-тет, товариш
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ζευγάρι, ζευγάρι εκτοξεύεται στον αέρα μετά από τροχαίο, ζευγάρι δράμια, ζευγάρι δικαστών θεσσαλια, ζευγάρι δικαστών, ζευγάρι για ζευγάρι, ζευγάρι στα ουκρανικά, двійка στα ελληνικά
ζευγάρι στα ουκρανικά