lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ζωή στα ουκρανικά

Λέξη:
ζωή (Αριθμός των γραμμάτων: 3)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (8):
дихання, довічний, живий, житловий, життя, існування, ниття, подих
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ζωή, ζωή φυτούση, ζωή της αντέλ, ζωή σαμαρά, ζωή λάσκαρη μαρία - ελένη λυκουρέζου, ζωή λάσκαρη, ζωή στα ουκρανικά, дихання στα ελληνικά
ζωή στα ουκρανικά