lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θόρυβος στα ουκρανικά

Λέξη:
θόρυβος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (32):
веслування, веслувати, галас, гам, гамір, гаркавість, гомін, гук, звивати, звити, звук, звучати, здоровий, кільце, лава, манжета, мотузка, низка, обмотати, обмотка, обмотувати, оборка, ракетка, рекет, ряд, сварка, скандал, справний, суперечка, шантаж, шум, ґрунтовний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά θόρυβος, θόρυβοσ συνώνυμα, θόρυβος ψυγείου, θόρυβος σωλήνες καλοριφέρ, θόρυβος στο περιβάλλον εργασίας, θόρυβος στο αυτί, θόρυβος στα ουκρανικά, веслування στα ελληνικά
θόρυβος στα ουκρανικά