lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καδένα στα ουκρανικά

Λέξη:
καδένα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (11):
виховати, виховувати, готувати, кайдани, конкатенація, ланцюг, ланцюжок, послідовність, поїзд, приковування, тренувати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά καδένα, χρυσή καδένα, σκαπτική καδένα, ονειροκρίτης καδένα, κορνα αυτοκινήτου, καδένα χρονισμού, καδένα στα ουκρανικά, виховати στα ελληνικά
καδένα στα ουκρανικά