lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατηγορηματικός στα ουκρανικά

Λέξη:
κατηγορηματικός (Αριθμός των γραμμάτων: 15)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (26):
апокаліпсичний, беззастережний, визначений, визначний, вирішальний, вирішений, встановлений, догматичний, категоричний, міцний, навмисний, непохитний, несподівано, остаточний, прямий, прямо, раптово, рішучий, сильнодіючий, твердий, товстий, товстуватий, фатальний, фірма, фірмовий, цілковитий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κατηγορηματικός, κατηγορηματικόσ συνώνυμο, κατηγορηματικός συνώνυμα, κατηγορηματικός προσδιορισμός στα λατινικά, κατηγορηματικός προσδιορισμός νέα ελληνικά, κατηγορηματικός προσδιορισμός λατινικά, κατηγορηματικός στα ουκρανικά, апокаліпсичний στα ελληνικά
κατηγορηματικός στα ουκρανικά