lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λίγο στα ουκρανικά

Λέξη:
λίγο (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (10):
замало, мало, багато, дещо, небагато, немало-небагато, трохи, трохи-трохи, що-небудь, щось
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά λίγο, λίγο πιο νωρίς λίγο πιο αργά, λίγο λίγο θα με συνηθίσεις, λίγο από το αίμα σου, λίγο ακόμα στίχοι, λίγο ακόμα σεφέρης, λίγο στα ουκρανικά, замало στα ελληνικά
λίγο στα ουκρανικά