lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μεγέθυνση στα ουκρανικά

Λέξη:
μεγέθυνση (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (26):
додавання, додання, додаток, доповнення, експансія, збільшення, зростання, зрощення, множення, навальність, нарощення, побільшення, посилення, поширення, прибуток, примноження, прирощування, приріст, пухлина, підвищення, підсилення, підсилювання, розрив, розростання, розширення, ріст
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μεγέθυνση, μεγέθυνση φωτογραφίας, μεγέθυνση του πέους με φυσικό τρόπο, μεγέθυνση της βαλάνου, μεγέθυνση συνώνυμα, μεγέθυνση πέους χωρίς προσπάθεια στο σπίτι, μεγέθυνση στα ουκρανικά, додавання στα ελληνικά
μεγέθυνση στα ουκρανικά