lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μεταφέρω στα ουκρανικά

Λέξη:
μεταφέρω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (10):
ведмідь, витримати, витримувати, нести, носити, перенести, переносити, родити, спекулянт, уродити
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μεταφέρω, μεταφέρω χαιρετισμούς, μεταφέρω συνώνυμα, μεταφέρω στα αγγλικα, μεταφέρω προστακτική, μεταφέρω μετάφραση, μεταφέρω στα ουκρανικά, ведмідь στα ελληνικά
μεταφέρω στα ουκρανικά