lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μυστηριώδης στα ουκρανικά

Λέξη:
μυστηριώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (8):
надприродний, секрет, таємний, таємничий, фатально, загадковий, незбагненний, пророчий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μυστηριώδης, μυστηριώδης συνώνυμα, μυστηριώδης ριπή ακτινοβολίας έπληξε τη γη πριν από 1.200 χρόνια, μυστηριώδης νήσος, μυστηριώδης θόρυβος αναστατώνει τα χανιά - άγνωστη η προελευσή του, μυστηριώδης θόρυβος αναστατώνει τα χανιά, μυστηριώδης στα ουκρανικά, надприродний στα ελληνικά
μυστηριώδης στα ουκρανικά