lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νεότητα στα ουκρανικά

Λέξη:
νεότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (7):
молодість, молодь, моложавість, неповноліття, юнак, юнацтво, юність
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά νεότητα, νεότητα χωρίς νιάτα, νεότητα ορισμός, νεότητα θήρας, νεότητα ζωγράφου, νεότητα ερμιονίδας, νεότητα στα ουκρανικά, молодість στα ελληνικά
νεότητα στα ουκρανικά